Κριτική προσέγγιση της ΕΣΕΕ στην Έκθεση του Κρατικού Προϋπολογισμού 2013

Κριτική προσέγγιση της ΕΣΕΕ στην Έκθεση του Κρατικού Προϋπολογισμού 2013

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ 42, 105 63 ΑΘΗΝΑ
                                                                                    Αθήνα,
2 Νοεμβρίου 2012
ΔΕΛΤΙΟ
ΤΥΠΟΥ
«Κριτική προσέγγιση
της ΕΣΕΕ στην Έκθεση του Κρατικού Προϋπολογισμού 2013»
Κατατέθηκε στη
Βουλή η Εισηγητική Έκθεση για τον Κρατικό Προϋπολογισμό, ο οποίος προβλέπει
μέτρα συνολικού ύψους σχεδόν 11 δισ. ευρώ (10,983 δισ.) εκ των οποίων τα 9 δισ. περίπου αφορούν τον τομέα
των δαπανών και τα 2 δισ. των εσόδων. Οι εκτιμήσεις για την ύφεση και την
ανεργία διαμορφώθηκαν σε 4,5%, και 22,8%
αντίστοιχα, αναθεωρημένες επί τα χείρω σε σχέση με το Προσχέδιο του
Προϋπολογισμού. Επίσης, σε χειρότερο επίπεδο εκτιμάται ο στόχος για το έλλειμμα
στο 5,2% του ΑΕΠ
(9,4 δισ. ευρώ) από 6,6% ή 12,9 δισ. φέτος. Παράλληλα, προβλέπεται συρρίκνωση
της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 7%, εξαιτίας της υψηλής ανεργίας και της μείωσης
του διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ της δημόσιας κατά 7,2%.
Η εκτίμηση για
τη φετινή ύφεση κυμαίνεται στο 6,5%, ενώ το 2013 θα είναι το έκτο συνεχόμενο
έτος συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας, η οποία έχει απολέσει από το 2007 το
1/4 της αξίας της. Ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα, δηλαδή το καθαρό
πλεόνασμα χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η εξυπηρέτηση των τόκων του δημόσιου
χρέους,  υπολογίζεται στο 0,4% του
ΑΕΠ  (748 εκατ. ευρώ) έναντι αρχικού
στόχου 1,1%. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να ανέλθει στο 189,1% του ΑΕΠ (346,2
δισ. ευρώ) από 175,6% φέτος (340,6 δισ. ευρώ) αυξημένο σε σχέση με την πρόβλεψη
του προσχεδίου (179,3%) και βέβαια παρά το κούρεμα (PSI) του Φεβρουαρίου. Οι
αποκρατικοποιήσεις αναμένεται να αποδώσουν στα κρατικά ταμεία 2,6 δισ. ευρώ
περίπου ενώ το επίπεδο τιμών εκτιμάται να υποχωρήσει (αποπληθωρισμός) στο 0,8%.
Οι πόροι του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ανέρχονται σε 6,85 εκατ.
ευρώ, όπως και πέρυσι.
Σημειώνεται πως
οι περικοπές των δαπανών θα στηρίζονται κατά κύριο λόγο στις μειώσεις στο
κόστος α) μισθοδοσίας (ειδικά
μισθολόγια, κατάργηση δώρων, αναστολή κινήτρου επίτευξης στόχου κλπ) και β) συντάξεων (είτε άμεσα είτε με αύξηση
των ορίων συνταξιοδότησης στα 67 είτε με εξορθολογισμό των παροχών του εφάπαξ
και την κατάργηση του ΕΚΑΣ για όσους είναι κάτω των 64 ετών), γ) κοινωνικών επιδομάτων (οικογενειακά,
ειδικά επιδόματα ανεργίας κλπ), δ)
υγειονομικής περίθαλψης (φαρμακευτική δαπάνη, λειτουργικές δαπάνες νοσοκομείων)
και ε) άμυνας (εξοπλιστικά) και
εκπαίδευσης.
Έντονο, όμως,
προβληματισμό και ανησυχία για την πιθανότητα επίτευξης  των στόχων αποτελούν:
  • Η πρόβλεψη για ύφεση ύψους 4,5% του ΑΕΠ όταν το
    2013 αναμένονται μέτρα ύψους 11 δισ. ευρώ, βασιζόμενα κυρίως στις
    περικοπές, ενώ οι επενδύσεις από το ΠΔΕ δεν έχουν μεταβληθεί μεν
    συγκριτικά με πέρυσι αλλά είναι από τις μικρότερες της τελευταίας
    δεκαετίας. Παράλληλα, το σύνολο των επενδύσεων στην οικονομία αναμένεται
    να μειωθεί κατά 3,7%.
  • Η πρόβλεψη για ανεργία της τάξης μόλις του 22,8%
    για το 2013 όταν ήδη, πριν τις περικοπές των δημοσίων δαπανών και της περαιτέρω
    πτώσης των επενδύσεων, η ανεργία έχει διαμορφωθεί σε 23,6% το β’ τρίμηνο
    του 2012 και σε 25,1% τον Ιούλιο.
  • Τα περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα και η
    επακόλουθη ύφεση θα πλήξουν την ελληνική οικονομία για έκτη συνεχή χρόνια,
    ενώ δεν φαίνονται ικανά να αποτρέψουν την περαιτέρω αύξηση του Δημόσιου
    χρέους, είτε ως απόλυτο μέγεθος είτε ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το γεγονός αυτό εντείνει
    την ανησυχία ως προς την αποτελεσματικότητα της πολιτικής της λιτότητας
    ενώ παράλληλα η υπομονή και οι αντοχές της κοινωνίας έχουν εξαντληθεί και
    η κοινωνική συνοχή έχει αποδυναμωθεί σε μεγάλο βαθμό.
  • Η ρευστότητα στην αγορά έχει περιοριστεί σημαντικά
    εξαιτίας της στροφής των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στις καταθέσεις
    τους προκειμένου να καλύψουν καταναλωτικές ή λειτουργικές δαπάνες, στη
    συνεχώς αυξανόμενη δυσκολία εύρεσης χρηματοδότησης καθώς και «στην
    αυξημένη αβεβαιότητα των αποταμιευτών, η οποία οδήγησε στη μετακίνηση
    αποταμιευτικών κεφαλαίων από στοιχεία του Μ3 προς τοποθετήσεις εκτός του
    Μ3 (όπως τοποθετήσεις στο εξωτερικό ή χρυσές λίρες)». Συνισταμένη όλων
    αυτών είναι η έλλειψη ουσιαστικά χρηματικών κεφαλαίων που θα μπορούσαν να
    τροφοδοτήσουν τις επενδύσεις και συνεπώς την ανάπτυξη. Η εικόνα για την
    κατάσταση των επιχειρήσεων σε ό,τι αφορά τη ρευστότητα ολοκληρώνεται αν
    προστεθούν και οι οφειλές του Δημοσίου ύψους 7 περίπου δισ. προς τις
    επιχειρήσεις, οι οποίες θα καταβληθούν σε δύο δόσεις (τέλος του 2012 και
    εντός 2013).
  • Ο στόχος για φορολογικά έσοδα ύψους 24,2% του ΑΕΠ
    το 2013 έναντι 23,5% το 2012 με δεδομένη την αδυναμία ανταπόκρισης των
    φορολογουμένων και τις ατέλειες του φοροεισπρακτικού μηχανισμού
    χαρακτηρίζεται ως υπερβολικός. Οι εκτιμήσεις αυτές έρχονται σε αντίθεση με
    τις βασικές αρχές της Οικονομικής Επιστήμης η οποία υποστηρίζει πως σε
    συνθήκες μεγάλης ύφεσης είναι επιβλαβής η επιβολή υψηλής φορολογίας και
    κυρίως, εξαιρετικά αμφίβολη η είσπραξή τους.
  • Ο ρυθμός μεταβολής του ΔΤΚ αναμένεται να είναι
    αρνητικός (αποπληθωρισμός) της τάξης του 0,8% αλλά η επίτευξη αυτού του
    στόχου καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη εξαιτίας της εξίσωσης του ειδικού
    φόρου κατανάλωσης θέρμανσης και πετρελαίου κίνησης και των αναμενόμενων
    αυξήσεων των τιμολογίων σε ΔΕΚΟ (εισιτήρια ΜΜΜ, ΔΕΗ κλπ). Η πτώση βέβαια
    της ζήτησης και του διαθέσιμου εισοδήματος θα συγκρατήσει τον πληθωρισμό
    σε χαμηλά επίπεδα.
  • Η μείωση των εισαγωγών κατά 5,2% και η αύξηση των
    εξαγωγών κατά 2,6% αξιολογείται καταρχάς ως θετική εξέλιξη. Η ελληνική
    όμως οικονομία είναι πολύ εξαρτημένη από τις εισαγωγές πετρελαίου και τις
    μεταβολές της τιμής του διεθνώς, σε ένα κλίμα μεγάλης αβεβαιότητας στη
    Μέση Ανατολή, ενώ οι εξαγωγές εξαρτώνται από το εισόδημα των άλλων χωρών
    όταν η παγκόσμια οικονομία δεν έχει ακόμη σταθεροποιηθεί.
  • Τα έσοδα από την πώληση μετοχών των ΔΕΚΟ και
    κρατικής περιουσίας εκτιμώνται σε 2,6 δισ. ευρώ περίπου. Πολλές, όμως, από
    τις επιχειρήσεις που πρόκειται να αποκρατικοποιηθούν εμφανίζουν αξιόλογη
    ανάπτυξη και κερδοφορία, είτε προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) είτε ως καθαρά
    κέρδη, γεγονός που ενισχύει τις αμφιβολίες για το λόγο αποκρατικοποίησής
    τους την τρέχουσα οικονομική συγκυρία.
  • Παρά τα περιοριστικά μέτρα, την ύφεση για έκτο
    χρόνο, τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά κ.λπ. το κόστος δανεισμού στις
    αγορές για την ελληνική οικονομία εξακολουθεί να παραμένει απαγορευτικό
    και πολύ υψηλότερο σε σχέση με τις άλλες οικονομίες του Ευρωπαϊκού Νότου ή
    την Ιρλανδία (έως και 900 μονάδες βάσης από την Πορτογαλία). Το γεγονός
    αυτό, εκτός από την μεγάλη απογοήτευση των Ελλήνων πολιτών, συντηρεί το
    κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης και αποτρέπει τις τοποθετήσεις των επενδυτών
    στη χώρα, συνεισφέροντας με αυτόν τον τρόπο στη διόγκωση της ύφεσης. 
Η μάλλον
εσπευσμένη κατάθεση του «Προϋπολογισμού Λιτότητας» οφείλεται στην απαίτηση της
τρόικας η οποία έθεσε την ψήφισή του ως προαπαιτούμενο για την εκταμίευση της
επόμενης δόσης.  Οι προβλέψεις του για τα
βασικά μακροοικονομικά μεγέθη έχουν μεταβληθεί προς το χειρότερο σε σχέση με το
προσχέδιο του προϋπολογισμού, καθιστώντας αυτές περισσότερο αξιόπιστες. Παρόλα
αυτά, η θέση της ΕΣΕΕ είναι πως ο προϋπολογισμός για το 2013 εμπεριέχει από τα
πλέον σκληρά δημοσιονομικά μέτρα των τελευταίων ετών και η επαλήθευση των
στόχων του αξιολογείται ως απίθανη εάν όχι ως παντελώς αδύνατη. Είναι δε πολύ πιθανόν
να κατατεθεί συμπληρωματικός προϋπολογισμός στο τέλος του πρώτου τριμήνου του
2013 εάν αποδειχθεί ότι οι προβλέψεις δεν επαληθεύονται, όπως άλλωστε έγινε και
φέτος.
Είναι, όμως,
βέβαιο πως τα μέτρα των 11 δισ. θα επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό την οικονομία
και θα προκαλέσουν περαιτέρω ύφεση. Η πολυπόθητη ανάπτυξη δεν πρόκειται να
εμφανιστεί στην Ελλάδα ούτε το 2013, ενώ η συνεχής υιοθέτηση περιοριστικής
πολιτικής που στηρίζεται σε περικοπές μισθών, συντάξεων και επιδομάτων
συρρικνώνει την κατανάλωση, τις επενδύσεις καθώς και το ΑΕΠ και διογκώνει το
χρέος και το έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η ΕΣΕΕ έχει εδώ και καιρό επισημάνει,
όπως άλλωστε και σε κάθε προϋπολογισμό τα τελευταία χρόνια, τη δυσκολία
επίτευξης των στόχων καθώς και τους κινδύνους που απορρέουν από τέτοιου είδους
πολιτικές και έχει δυστυχώς επαληθευτεί στις προβλέψεις της. Θα συνεχίσει, όμως,
να υποστηρίζει σταθερά την προσέλκυση και την πραγματοποίηση στη χώρα μας
επενδύσεων και τη δημιουργία νέου συντελεστή κεφαλαίου, φυσικού και ανθρώπινου,
ως τη μόνη, μακροχρόνια και αξιοπρεπή διέξοδο ανάπτυξης που θα εγγυάται την
απασχόληση και τη διατήρηση κάθε ελληνικής μικρομεσαίας επιχείρησης.

Share this post