ΥΠΕΓΡΑΦΗ Η ΝΕΑ ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Αθήνα, 28 Μαρτίου 2018
Δελτίο Τύπου
Η ΕΣΕΕ με την υπογραφή της συμβάλλει στην διατήρηση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Υπεγράφη σήμερα, 28 Μαρτίου 2018, η νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, η οποία διασώζει τόσο τον θεσμό της σύμβασης όσο και τους θεσμικούς της όρους, που περιλαμβάνουν το επίδομα γάμου και τις άδειες, με δεδομένο το γεγονός ότι παραμένει «ανοικτή» η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους Θεσμούς για την επαναρρύθμιση του καθεστώτος των συλλογικών συμβάσεων, της επεκτασιμότητας και του καθορισμού του κατώτατου μισθού.
Βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μετά την αντικατάσταση του άρθρου 8 παρ. 1 ν. 1876/1990, η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση έχει «κομμένα φτερά», αφού καθορίζει πλέον για τους εργαζόμενους όλης της χώρας μόνο τους μη μισθολογικούς όρους εργασίας. Ωστόσο, η συνέχεια και μόνο της υπογραφής και τελικά η επιβίωση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας είναι ενδεικτική τολμηρών αποφάσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, οι οποίες εμπεδώνουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και ενισχύουν τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, κύριου παράγοντα εξόδου από την κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, επαναφορά του καθεστώτος των συλλογικών διαπραγματεύσεων, στην πράξη δεν υπάρχει χωρίς την «παλιννόστηση» της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης και την επαναφορά του καθορισμού των κατώτατων αμοιβών στην αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων.
Σε ό,τι αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού, η θέση της ΕΣΕΕ είναι από μακρού ξεκάθαρη. Η λύση που η Συνομοσπονδία έχει καταθέσει ως επίσημη πρόταση, είναι η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού μετά το τέλος του 3ου δημοσιονομικού προγράμματος σε τρία χρονικά και ποσοτικά στάδια, τα οποία θα απέχουν τουλάχιστον ένα έτος μεταξύ τους, κατά το πρότυπο των Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων του 2008 και του 2010 (ΕΓΣΣΕ 2008: 680,59 €, ΕΓΣΣΕ 2010: 751,39 €). Η ΕΣΕΕ δεν αντιμετώπισε ποτέ φοβικά την αύξηση του κατώτατου μισθού, καθώς πιστεύει πως θα ενισχύσει την αγορά, θα αυξήσει τον τζίρο των επιχειρήσεων και θα επιταχύνει την αύξηση της κατανάλωσης, η οποία είναι και το ζητούμενο σήμερα. Αναλυτικότερα:
- Η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (μεικτά) μετά τη λήξη της εποπτείας θα αναθερμάνει την οικονομία.
- Η προσεκτική αύξηση του κατώτατου μισθού θα προκαλέσει τόνωση της καταναλωτικής ζήτησης και του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων στην αγορά, ενώ ταυτόχρονα θα εισρεύσουν επιπλέον έσοδα στα δημόσια ταμεία, από τον ΦΠΑ.
- Οι ΜμΕ του εμπορίου αναγνωρίζουν εμπράκτως πως η «ανακύκλωση» του χρήματος εντός της ελληνικής αγοράς βοηθάει πρωτίστως την ελληνική οικονομία.
- Η επιβάρυνση των εργοδοτών από την αύξηση του κατώτατου μισθού, θα μπορούσε να αντισταθμιστεί εν μέρει μεσοπρόθεσμα τόσο από την μείωση του μη μισθολογικού κόστους, όσο και από την επιδότηση της εργασίας αντί της ανεργίας.
Εξ όσων γνωρίζουμε το Υπουργείο Εργασίας ήδη εξετάζει την εφαρμογή του πορτογαλικού μοντέλου. Στην Πορτογαλία, από τον μνημονιακό βασικό μισθό των 530€, η κατώτατη αμοιβή αυξήθηκε σε 557 € το 2017 για να φθάσει τα 580 € το 2018 και τα 600 € το 2019. Έχουμε την άποψη ότι, το σημαντικότερο που προκύπτει από το πορτογαλικό μοντέλο, έτσι όπως λεπτομερώς περιγράφεται στην ιστοσελίδα του Eurofound, είναι μεν η αύξηση των κατώτατων αμοιβών, αλλά σε ταυτόχρονο συνδυασμό με σημαντικές μειώσεις στο μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, ώστε να καταπολεμηθεί η ανεργία και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της επιχειρηματικότητας συνολικά.
Σε ό,τι αφορά την τρέχουσα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, οι κοινωνικοί εταίροι έχουν συμφωνήσει ότι όλοι οι θεσμικοί όροι εργασίας, που θεσπίσθηκαν με τις προηγούμενες ΕΓΣΣΕ και τις αντίστοιχες Διαιτητικές Αποφάσεις, όπως ίσχυαν κατά τη διαδοχή τους, αποτελούν ενιαίο σύνολο και εξακολουθούν να ισχύουν. Εάν όμως κατά τη διάρκεια ισχύος της ΕΓΣΣΕ, με οποιονδήποτε τρόπο, αρθεί η περιοριστική διάταξη που έχει επιβληθεί με νομοθετική παρέμβαση και δίνει την αρμοδιότητα του περιεχομένου της ΕΓΣΣΕ 2010-2011- 2012 στην Κυβέρνηση, τότε θα ξεκινήσουν άμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ ΓΣΕΕ και ΕΣΕΕ, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ για τον καθορισμό των μισθολογικών όρων της σύμβασης.
Εργοδότες και εργαζόμενοι επίσης έχουν αναλάβει κοινές δράσεις όπως η σύσταση ομάδων μελέτης για διάφορα κρίσιμα θέματα της αγοράς και της οικονομίας, όπως:
- Επανεκκίνηση επιχειρήσεων – διάσωση θέσεων εργασίας με αναζήτηση τεχνικής υποστήριξης και χρηματοδότησης από φορείς της εργασίας και της επιχειρηματικότητας (ΕΙΒ/ΕΙF, EBRD, ILO κλπ).
- Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης.
- Χάραξη κατευθυντήριων γραμμών για αποτελεσματικές συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Παράλληλα, οι φορείς ζητούν από το Υπουργείο Εργασίας την σύσταση και την ουσιαστική λειτουργία μόνιμου Συμβουλίου Τριμερούς Διαβούλευσης, όπως προβλέπει και η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας 144 του ILO, την οποία έχει συνυπογράψει και η χώρα μας.
Η σύμβαση επίσης προβλέπει ότι, οι ευνοϊκότεροι όροι εργασίας που καθορίζονται από νόμους, διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, πάγωμα προσαυξήσεων τριετιών, διαιτητικές αποφάσεις, εσωτερικούς κανονισμούς, έθιμα, πρακτική της επιχείρησης ή ατομικές συμβάσεις εργασίας, θα συνεχίσουν να υπερισχύουν. Ο κοινωνικός διάλογος σε μία μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης, κοινωνικών εντάσεων και υψηλής ανεργίας, επιβάλλεται να μείνει ζωντανός.
Ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης δήλωσε σχετικά:
«Η διατήρηση της ΕΓΣΣΕ δεν σημαίνει αύξηση του κατώτατου μισθού εντός του 2018, ούτε επιβαρύνει με κάτι επιπλέον τον εργοδότη από αυτά που πληρώνει σήμερα. Σαφέστατα, μετά από τρία μνημόνια υπάρχουν δυσκολίες, οι οποίες, όμως, ξεπεράστηκαν από εμάς τους ίδιους τους κοινωνικούς εταίρους. Η υπογραφή της νέας ΕΓΣΣΕ επετεύχθη με σύνεση, συναίνεση και ευθύνη την οποία η ΕΣΕΕ ως τριτοβάθμια οργάνωση και κοινωνικός εταίρος πάντα διέθετε. Η θέση και η στάση μας όλα αυτά τα χρόνια ήταν να διορθωθούν τα κακώς κείμενα, αλλά με προσοχή, ώστε από την υπερβολή να μην φτάσουμε στην κατάργησή της. Χαίρομαι που οι κοινωνικοί εταίροι εργοδοτών και εργαζομένων υπογράψαμε τη νέα εθνική συλλογική του 2018 και διαφυλάξαμε όπως άλλωστε οφείλουμε το θεσμικό πλαίσιο και τον κεντρικό κορμό της ΕΓΣΣΕ.»